Της Μαρίας Μαρτόγλου*
Η ιστορία μου λίγο πολύ γνωστή όπως δεκάδων αδέσποτων ζωών. Γεννήθηκα από αδέσποτη μανούλα την Τιτίκα. Η Τιτίκα ζούσε σε μια μικρή πόλη στην επαρχία μέσα σε μια αποθήκη. Από τότε που γεννήθηκε αν και ήταν πολύ μικρούλα γεννούσε συνεχώς και όσα από τα αδέρφια μου, που δεν γνώρισα είτε πήγαιναν σε άλλα σπίτια ως φύλακες για τα ποντίκια μόνιμα έξω σε μια αυλή και πότε μέσα στο σπίτι, και άλλα πάλι δεν πρόλαβαν να γνωρίσουν καλά - καλά την ζωή.
Μια μέρα λοιπόν γεννήθηκα μόνον εγώ. Η μανούλα μου μέχρι να μεγαλώσω λίγο με είχε κρυμμένο καλά και με προστάτευε. Για παιχνίδια είχα σαν μικρούλης ότι έβρισκα εκεί από πεσμένες βίδες, χαρτιά και άλλα είδη όταν δεν έπαιζα με την μαμά μου. Ένα πρωινό αποφάσισα να βγω έξω και εγώ να δω πως είναι ο κόσμος. Ίσως και αυτό τότε να ήταν το λάθος μου...
Η πρώτη αντίδραση των ανθρώπων που είχαν «υιοθετήσει» την Τιτίκα ήταν μια μεγάλη τσιρίδα και οι λέξεις «Ελένη η γάτα σου είναι άρρωστη δες το γατί που έχει κάνει είναι τόσο άσχημο σίγουρα είναι άρρωστο και αυτό, να την διώξεις αμέσως!!».
Παίρνοντας μια σκούπα από την αποθήκη άρχισαν να κυνηγούν την μανά μου να φύγει, με γραπώνει από τον σβέρκο και τρέχοντας φεύγουμε από εκεί. Σταματήσαμε στην αυλή ενός ερειπωμένου σπιτιού για προστασία…
«Μανούλα τι είπαν αυτοί οι άνθρωποι ότι το παιδί σου είναι άσχημο; φταίω εγώ μανούλα μου που σε έδιωξαν από εκεί; Όχι ψυχή μου δεν φταις εσύ, οι άνθρωποι είναι τόσο κακοί, και βλέπουν με τα δικά τους μάτια… για έμενα είσαι ο ποιο όμορφος γατούλης του κόσμου. Πολλοί άνθρωποι βλέπουν την ομορφιά της ψυχής, δεν υπάρχουν άσχημα πλάσματα στην γη, μόνο άσχημες ψυχές. Τι και εάν έχεις ένα ματάκι γιατί έτσι γεννήθηκες».
Ξέχασα να πω πως στο ερειπωμένο σπίτι είχαμε για παρέα τον Γίγαντα, έναν αδέσποτο σκυλάκο χωρίς τρίχωμα, που και που μια γιαγιούλα από τη γειτονιά του έφερνε φαγητό και μας άφηνε να τρώμε και εμείς όταν η μανούλα μου δεν μπορούσε να μου φέρει να φάω ότι έβρισκε στον δρόμο.
Μια μέρα άκουσα κρυφά την μανούλα μου να λέει «Γίγαντα θέλω να μου δώσεις μια υπόσχεση όταν θα φύγω από την ζωή γιατί εδώ και καιρό βλέπω πως δεν αντέχω, θα μου υποσχεθείς ότι θα προσέχεις τον μικρούλη μου, ο κόσμος είναι τόσο κακός εκεί έξω που τον θεωρούν άσχημο. Ναι Τιτίκα στο υπόσχομαι, άλλωστε αν και γεράκος πια έχω συνηθίσει να μου φέρονται άσχημα γιατί με θεωρούν αποκρουστικό, μόνο αυτή η γιαγιούλα στην γειτονιά που και που μας φροντίζει».
Μαμά τι είναι αυτά που είπες στον Γίγαντα να με προσέχει, σκέπτεσαι να με αφήσεις και εσύ γιατί είμαι άσχημος; Όχι παιδάκι μου μην το ξαναπείς αυτό, απλά όταν οι γονείς φεύγουν από την ζωή δεν είμαστε μόνοι, είναι πάντα διπλά μας ως φύλακες άγγελοι μας. Και εάν κάποτε νιώσεις την ανάγκη να με δεις κάθε βράδυ πριν κοιμηθείς κοίταξε στον ουρανό, ανάμεσα στα τόσα αστέρια κάπου εκεί είμαι και εγώ. Τώρα πρέπει να ξαπλώσω γιατί από το πρωί πονάω και νιώθω ότι δεν με κρατούν τα πόδια μου.
Γίγαντα - Γίγαντα τρέξε η μανούλα μου δεν ξυπνά!! Κοιμάται συνεχώς σε παρακαλώ κάνε κάτι βοήθησε την… έκλαιγα και φώναζα τόσο πολύ με ότι δύναμη με είχε απομένει, που από τις φωνές μου έτρεξαν να δουν τι συμβαίνει οι άνθρωποι της γειτονιάς, εάν λέγονται «άνθρωποι»…
Τρέξτε να δείτε τι συμβαίνει αυτός ο αποκρουστικός σκύλος μαζί με αυτό τον άσχημο γάτο είναι δίπλα σε αυτή την πεθαμένη αδέσποτη βρωμόγατα, πρέπει να έχει και άλλα άρρωστα ζώα εκεί μέσα να καλέσουμε και άλλους!
Οι κακοί αυτοί άνθρωποι άρχισαν να χτυπούν τον Γίγαντα που στην προσπάθεια του να σώσει έμενα έβαλε μπροστά το κορμάκι του, χωρίς να το καταλάβω με χτύπησαν και έμενα με ένα ξύλο στα πλευρά μου και στο πόδι μου, πονούσα τόσο πολύ.
Πιτσιρίκο ανέβα επάνω στην πλάτη μου πρέπει να φύγουμε από εδώ γρήγορα, οι άνθρωποι αυτοί είναι κακοί δεν μας θέλουν, Γίγαντα όχι πρέπει να πάρουμε και την μανούλα μου μαζί.. πιτσιρίκο τώρα εγώ είμαι διπλά σου, η μανούλα σου είναι άγγελος πια σε προσέχω τώρα εγώ…
Πόση ώρα ακόμη θα περπατάμε καλέ μου Γίγαντα, και για ποσό ακόμη θα με κουβαλάς στην πλάτη σου, η μύτη μου τρέχει δεν ξέρω γιατί; Και η κοιλίτσα μου πονάει από την πείνα, πεινώ και διψώ τόσο πολύ! όσο χρειαστεί πιτσιρίκο μην στενοχωριέσαι κάτι θα βρούμε να φάμε. Να εκεί στο βάθος είναι αγρόκτημα, θα κοιμηθούμε το βράδυ εκεί και αύριο βλέπουμε.
Γίγαντα η μανούλα μου μου είπε πως όταν νιώθω την ανάγκη να την έχω δίπλα μου να κοιτάξω τον ουρανό και κάπου ανάμεσα στα αστέρια θα είναι και αυτή. Κοιμήσου τώρα πιτσιρίκο αύριο ξημερώνει μια άλλη μέρα. «Μανούλα μου γλυκιά σε παρακαλώ από εκεί ψηλά που είσαι και με βλέπεις βοήθησε με, πονάω τόσο πολύ πεινάω και διψάω, το κορμάκι μου δεν το νιώθω από τους πόνους ούτε το ποδαράκι μου, αν με ακούς βοήθησε με, έμενα και τον Γίγαντα».
Ξαφνικά ένιωσα μια γλυκιά ζεστασιά σε όλο μου το κορμί, σαν να ήταν η μανούλα μου δίπλα μου, λένε πως τα πλάσματα που είναι ορφανά και έχουν την ανάγκη την παρουσίας της μανούλας τους νιώθουν αυτή την ζεστασιά…
Το βράδυ πέρασε τόσο γρήγορα και όταν ξύπνησα εγώ και ο Γίγαντας νόμιζα πως ζούσαμε ένα όνειρο, ήμασταν και οι δυο σε ένα μεγάλο μέρος όπου υπήρχαν 4 άνθρωποι και φρόντιζαν τον Γίγαντα είχε κάτι καλώδια στο πόδι του που έτρεχε ένα υγρό δεν ξέρω τι ήταν, και εγώ ήμουν σε ένα μαλακό κρεβάτι για πρώτη φορά στην ζωή μου, όπως και δεκάδες άλλα αδέσποτα του δρόμου, κοιμόμουν σε ένα κρεβάτι. Ομορφούλη ξύπνησες είσαι ασφαλής τώρα και εσύ και ο φιλαράκος σου ο Γκριζούλης, σε έχω ονομάσει «Σκουπιδάκη».
Πρώτη μου φορά είχα όνομα και με είπαν Ομορφούλη. Πως είναι ο μικρούλης Μαρία; Δεν είναι καλά γιατρέ από χθες το βράδυ συνεχώς κοιμάται, έχει εσωτερική αιμορραγία τον χτύπησαν στα πλευρά και το ποδαράκι του έχει σηψαιμία, ο Γκριζούλης θα τα καταφέρει θα χρειαστεί και περαιτέρω θεραπεία.
Ξαφνικά νιώθω το κορμί μου να με εγκαταλείπει και στο βάθος βλέπω τη μανούλα μου, δεν πονώ πια και νιώθω τόσο γαλήνια. Στις τελευταίες ώρες της ζωής μου είχα διπλά μου τον καλό μου φιλαράκο τον Γίγαντα και αυτούς τους καλούς ανθρώπους που μου έκλεισαν τα μάτια και επιτέλους ένα όνομα… «Σκουπιδάκης» και ήμουν για αυτούς ένας όμορφος αδέσποτος γατούλης.
Μαρία πως είναι ο Σκουπιδάκης; Δυστυχώς δεν τα κατάφερε ήταν τόσο μικρούλης το κορμάκι του ήταν τόσο χτυπημένο και το μόνο που έβλεπες ήταν μόνο κόκαλα.. είχε μέρες να φάει, ο Γκριζούλης γίγαντας θα τα καταφέρει είναι μεγάλος σε ηλικία, θα τον υιοθετήσω εγώ.
Λένε πως εκεί έξω στον απάνθρωπο και βρώμικο κόσμο υπάρχουν ακόμη άγγελοι που προσέχουν, υιοθετούν, φροντίζουν και προστατεύουν τις δεκάδες αδέσποτες ψυχές.
*Η Μαρία Μαρτόγλου είναι νοσηλεύτρια [Medical Surgical (c), RN, MSc, PhD(c)], στο Αντικαρκινικό Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης «Θεαγένειο» και παράλληλα είναι μέλος του Φιλοζωικού Σωματείου Θεσσαλονίκης «Ο ΑΡΓΟΣ» και του Καταφυγίου Zώων Animal Refuge. Το διήγημα της αυτό είναι αφιερωμένο σε όλους εκείνους, που νοιάζονται και υιοθετούν ένα αδέσποτο Σκουπιδάκη.
Διαβάστε επίσης:
Τα ζώα με καρκίνο είναι μαχητές της ζωής
Το διηγημα ο ορφανος σκουπιδακης πρεπει να διαβασουν γονεις κσι πσιδια μηπως και ευαισθητοποιηθουν και παψει η κακοποιηση στα ανυπερασπιστα ζωα